Αρχική Σελίδα Προηγούμενη σελίδα

 

Ο ΤΡΥΓΟΣ ΑΜΠΕΛΙΟΥ ΣΤΗ ΓΡΑΤΙΝΗ

Καλ πιδιά, απ' του Θεριστή (lούνιο) ακόμα, μαzόνουμασταν ζτου γκαφνιέ ταφέντη (παρατσούκλι), για όξου στου κασαμπαριό (πλατεία) κάθνουμασταν ζτη δίπλα, για καταγής, για όξου zτιανλή τσιακκλησιάς τσι Κυριακές, κι χουράτzαμι, για του μπιρκέτ (παραγωγή) τσι χρουνιάς στ' αμπέλια. Ποιον Μπιχτσή (φύλακα) να πιάσουμι. Άμα ίνταν καλός ου πιρσνός για να βρούμε άλλουν. Μάθνινάμι ποιοι άλλοι ίρβαν να πιαστούν μπιχτσίδις, πόσοι είνι, κιαν είνι χουριανοί για ξεν. Ταλ ντο μήνα Ταλουντή (Ιούλιο) διάλιγναμ έναν κι έκανισκαμ του παzάρ ντι συμφουνία. Η δλιάτ ιναρχίσει απού τότι παρχίνιβαν να κουκνίzουν απού καμιά ρόγα, μέχρι να χαλάσουμι ταμπέλια ντου Τρυγτή (Σεπτέμβριο). Ανάλουγα μι τα στρέμματα που είχι καθένας λέγαμι ισύ θα δώσεις 5 σινίκια (είδος τενεκέ μέτρου) μισίρ (καλαμπόκι) κι ένα στιάρ κι δυο φουρές ψουμί (το φύλακα κάθε μέρα και μια οικογένεια τον τάιζε, του έστελνε φαγητό). Ισύ θα δώεις 4 σινίκια κριθάρι κι δυο στιάρ κι 3 φουρές φαί. Πάντα η συμφουνία ήταν σε γένμα (σε σιτάρι ή καλαμπόκι, σε είδος). Στου χάλασμα ταμπέλια κάθι νοικοκύρς ινά διν ντου Μπιχτσή κένα για δυο κλάθια σταφύλια για να καν κιαυτός κρασί κι πιτμέz.

Από τα “ΘΡΑΚΙΚΑ” : Γιώργος Σακάρης “Ο Τρύγος αμπελιού στη Γρατινή”.

 

ΟΥ ΛΕΒΙΝΤΑΣ

Ο λέβεντας κατέβαινι που μνια ψηλή ραχούλα,

έχει τού φέσι του στραβό καί ψιλοτραγουδούσι.

Κι ου Χάρους τουν διασταύρουσι' ς του σταυρουδρόμ τουν δρόμου.

“Λέβενταν μ' , που πού έρχισι καί ποϋθιν κατεβαίνεις;

- Άπ' του χουράφι μ' έρχουμι, ' ς τού σπίτι μου πηγαίνου,

ψουμί φαγί νά πάρου γω καί πίσω νά γυρίσου.

- Μένα Θεός σου μ' έστειλε νά πάρου τήν ψυχή σου.

- Χωρίς ασθένεια κι' άρρουστιά ψυχή δέν παραδίδου,

"Αϊντι νά πα παλέψουμι σί μαρμαρένιο άλώνι.”

Αρχίνιψαν και πάλευαν τρεις μέρες και τρεις νύκτις.

Κι' ό Χάρους καταπόνιεσαι κι' απ' τα μαλλιά τουν πιάνει.

“Άφσι μι, Χάρι, π' τα μαλλιά κι πιάσι μ' απ' του χέρι,

έχου δυό λόγια να σι πω, κρυφά να σι ομιλήσω.

Έχου μαννά παραγριά κι ποιος θα την κυττάζη;

Έχου πιδιά παραμικρά κι' ορφάνια δεν τα πρέπει,

έχου γυναίκα παρανιά κι χήρα δεν την πρέπει.

Αν πουρπατήσ' αγαλινά της λεν που καμαρώνει,

αν πουρπατήση γλήγουρα της λεν πως θέλει άντρα.”

Του λόγου τ' δεν απέσουσι την συντυχιά τ' δεν είπι,

κι' ή ψυχή τ' βγήκι.

Δημοτικό τραγούδι από τη Συλλογή του Στίλπωνα Κυριακίδη

"Άσματα Δημοτικά Γκιουμουλτζίνας της Θράκης"

 

"Η ΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΠΑΜΠΩΣ"

Η 8 του Γενάρη, γιορτή της οσίας Δομνίκης, είναι αφιερωμένη αποκλειστικά και μόνο στις παντρεμένες γυναίκες και μάλιστα σε αυτές που έχουν κάνει παιδιά.

Παραμονή της γιορτής από το πρωί αντιπρόσωποι των γυναικών, γυρίζουν στα σπίτια και “βρέχοντας” τις ηλικιωμένες γυναίκες με το περιρραντήριο συγκεντρώνουν τρόφιμα και ποτά από προσφορές. Ταυτόχρονα η ενέργεια αυτή αποτελεί και πρόσκληση για συμμετοχή στο γλέντι. Τα τρόφιμα συναθροίζονται το βράδυ σ’ ένα σπίτι και εκεί προετοιμάζονται για την επόμενη μέρα.

Την άλλη μέρα πρωί-πρωί αρχίζει το τυπικό του εθίμου. Γυναίκες με την ιδιότυπη ενδυμασία τους πηγαίνουν στο σπίτι της πιο ηλικιωμένης γυναίκας, της μπάμπως, που είναι και το τιμώμενο πρόσωπο της μέρας, και, αφού τη “βρέχουν” με το βασιλικό και τη βάζουν να “τάξει”, της προσφέρουν δώρα που έχουν συγκεντρώσει. Ύστερα την τοποθετούν πάνω σε ένα αμάξι, κατάλληλα μετασκευασμένο και στολισμένο και τη γυρίζουν στους δρόμους τον χωριού χορεύοντας στο ρυθμό της παραδοσιακής γκάιντας. Το γλέντι πια έχει ανάψει και κατά το μεσημέρι μεταφέρεται ξέφρενο στην κεντρική πλατεία του χωριού.

Οι Θρακιώτικοι χοροί, το “ζουναράδικο” και η “μπαϊντούσκα” έρχονται πρώτοι ακολουθούν ο συρτός και ο καρσιλαμάς. Μην τολμήσει κάποιο αντρικό πόδι να παραβιάσει τα σύνορα, που έχουν ορίσει με σχοινί γύρω από την πλατεία! Τον περιμένει κατάβρεγμα μέχρι το κόκαλο. Γυναίκα μεταμφιεσμένη σε τροχονόμο ρυθμίζει την κυκλοφορία των αυτοκινήτων από τους ξένους, που έρχονται να απολαύσουν τους χορούς των γυναικών. Άλλες γυναίκες ντυμένες με αντρικές ενδυμασίες ασχολούνται με καθαρά αντρικές δουλειές. Παράλληλα οι άντρες στα σπίτια αναγκάζονται να κάνουν τις δουλειές του σπιτιού, αφού η νοικοκυρά λείπει για μια μέρα από αυτό.

Η διασκέδαση και το συμπόσιο σε οργιαστικό ρυθμό συνεχίζεται προς το σούρουπο μέσα σε κάποιο καφενείο σε αυστηρά περιορισμένο κύκλο των παντρεμένων γυναικών μέχρι τα ξημερώματα της επόμενης. Μόνες πια, κλεισμένες μέσα στο απόρθητο φρούριό τους, μακριά από κάθε αδιάκριτο μάτι και χωρίς την αντρική παρουσία, κάνουν και λένε τα πιο απίθανα πράγματα. Τα ελευθερόστομα τραγούδια και ανέκδοτα βρίσκονται στην πρώτη θέση. Οι χοροί συνεχίζονται σε ξέφρενο ρυθμό. Οι οργανοπαίχτες είναι χωρισμένοι από ένα προπέτασμα για να μη βλέπουν ό,τι γίνεται.

 

Στίλπωνα Κυριακίδη : Δεισιδαιμονίες και συνήθειες

 

1) Τη Δευτέρα δε λούζονται για να μη δευτερώσουν (να μην πάρουν δύο άνδρες).

2) Την Τετάρτη και την Παρασκευή δεν κόβουν νύχια για να προκόβουν.

3) Τετάρτη και Παρασκευή δεν κλώθουν, είναι για ταις ψυχαίς.

4) Την Τυρινή (εβδομάδα της Τυροφάγου) δε λούζονται όλη την εβδομάδα, γιατί τινάζουν τα ασκιά από τα τυριά, και ασπρίζουν τα μαλλιά.

5) Την τελευταία Αποκριά στο φαγητό επάνω, όποιος φτερνιστεί θα κάμει το Πάσχα άσπρη φορεσιά. Κατόπι από το φαγητό βουλώνουν το στόμα τους με το αυγό, για να το ξεβουλώσουν το Πάσχα πάλι με αυγό (δηλ. εις το τέλος του δείπνου τρώγουν ωόν και αυτό λέγεται βούλωμα). Έπειτα δένουν 'ς το τυλιγάδι (μικρόν δίκρανον χρησιμεύον ίνα τυλίσσουν το μαλλί όταν κλώθουν) κλωστή και στην κλωστή χαλβά και τη γυρίζουν την κλωστή, να ιδούμε ποιος θα μπορέσει να δαγκάσει το χαλβά.

6) Την πρώτη εβδομάδα της Σαρακοστής βαστούν τρίμερο και τρώγουν την τετάρτη (δηλ. απέχουν παντός φαγητού και ποτού επί τρεις ημέρας). Μερικές το βαστούν διπλό' τρώγουν την τετάρτη, και πέμπτη και παρασκευή πάλι δεν τρώγουν. Και αν τυχόν καμιά αποθάνει, τότε δεν τη θάφτουν στο νεκροταφείο, αλλά τη στέλλουν με το αμάξι των σκουπιδιών.

7) Την Καθαρή Δευτέρα ξεβράζουν όλα τα αγγειά (=μαγειρικά σκεύη), για να μη μείνει λίγδα μέσα στο σπίτι και έπειτα πηγαίνουν στα τρυφιρίτσια (ούτω καλούσι την κατά την ημέραν εκείνην εκδρομήν εις την εξοχήν).

8) Την καθαρή Τετάρτη εiναι των ψυχών, ανοίγουν τες σταφυλαρμιαίς (= τας σταφυλας, τας οποίας έχουν εις την άλμην) και παύουν το τρίμερο και κάνουν σερμπέτι και μοιράζουν για ταις ψυχαίς.

9) Των Βαϊων βλέπουν τα βάϊα ( = κλάδος δάφνης). "Αν έχη πολλά λουλούδια “Θα κάμετε πολλά κουκούλια” λέγουν.

10) Το Πάσχα όταν έλθουν από την εκκλησιά και κοιμηθούν, πρέπει κατόπι να κοιμηθούν και τού αγίου Γεωργίου, γιατί τον ύπνο τον αγοράζει το Πάσχα, και τον πωλεί τού αγίου Γεωργίου.

11) Το Πάσχα το τραπέζι δεν το σηκώνουν όλη την ημέρα και κατόπι τα σκουπίδια τα ρίχνουν στα αμπέλια.

12) Έπειτα από το Πάσχα πέντε ημέρες δεν πλύνουν, δεν πηγαίνουν στα αμπέλια, τη νύκτα δεν αφήνουν απλωμένα άσπρα ρούχα, γιατί σαράντα ημέρες οι πεθαμένοι γυρίζουν τη νύκτα στα κεραμίδια και άμα ιδούν άσπρα ρούχα σκοντάφτουν και πέφτουν.

13) Της περυσινής της Πασχαλιάς το αβγό, το έχουν όλο το χρόνο και έπειτα όλη τη μεγάλη εβδομάδα το παίρνουν στην εκκλησία και διαβάζεται. Το Πάσχα το στρίβουν τρεις φορές κατά γης και το σπάζουν, το βρίσκουν μέσα καλό και το τρώγουν για γιατρικό για το λαιμό. Και όταν πέφτει χαλάζι, τότε βγάζουν αυτό το αυγό της Πασχαλιάς και την πυρουστιά στην αυλή για να παύσει το χαλάζι.

14) Την παραμονή της Αναλήψεως τη λεν “Που σηκώνεται το Χριστός Ανέστη” και είναι των ψυχών, μοιράζουν κεράσια και ψωμί. Την άλλη τη μέρα τη λέγουν τα Σαράντα της Πασχαλιάς.

15) Την Πεντηκοστή τη λέγουν “Του γουνατιστή”. Παίρνουν φύλλα καρυδιάς και γονατίζουν και τα φύλλα τα κρύβουν μέσα στο σεντούκι για τούς ποντικούς.

16) Και του αγίου Πνεύματος δεν κοιμούνται, για να μη κοιμάται το πνεύμα τους όλον το χρόνο.

 

Αρχική Σελίδα Προηγούμενη σελίδα